Μια περιπλάνηση 16 ημερών στην Καραϊβική και την Κεντρική Αμερική, με καλή διάθεση, αντοχή για τις μακρινές πτήσεις και ανέλπιστο σύμμαχο τον καιρό. Το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου είναι ίσως η πιο βροχερή περίοδος στην περιοχή. Φευ όμως, το ταξίδι ήταν αρκετά ”στεγνό”.

Μετά από τρεις πτήσεις και ενδιάμεσες διανυκτερεύσεις σε Λονδίνο και Miami άφιξη στο St. Maarten, το απόγευμα μιας Κυριακής του περασμένου Οκτώβρη.

Το Sint Maarten/Saint Martin είναι ένα μικρό νησί στην ανατολική Καραϊβική, που ανήκει στη Γαλλία και στις Ολλανδικές Αντίλλες. Είναι το μικρότερο τμήμα γης στον κόσμο που ανήκει σε δύο διαφορετικά κράτη. Δεν υπάρχουν σύνορα, απλώς κάποιες ενημερωτικές πινακίδες για την είσοδο στη μία ή την άλλη πλευρά.

Τα must see της Κύπρου

Εκτός από τις τοπικές διαλέκτους η κυρίαρχη γλώσσα είναι τα Αγγλικά, ενώ στην γαλλική πλευρά τα γαλλικά είναι ευρέως διαδεδομένα. Πρωτεύουσα του νησιού είναι το Philipsburg, μια όχι και τόσο όμορφη πόλη. Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη και ταυτόχρονα πρωτεύουσα της γαλλικής πλευράς είναι η Marigot.

Το επόμενο πρωί, με σύμμαχο τον ζεστό ήλιο, πήγα στο Maho Beach με την κατάλευκη άμμο και τα τιρκουάζ νερά στην ολλανδική πλευρά του νησιού. Η στενή αυτή παραλία εφάπτεται σχεδόν με το συρματόπλεγμα του αεροδρομίου του Philipsburg, γι’ αυτό και αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ατραξιόν του νησιού για τους απανταχού plane spotters και μη. Αρκεί μόνο να σας πω ότι όντας ξαπλωμένος στην άμμο το Boeing 747 της KLM πέρασε μόλις 15 με 20 μέτρα πάνω από το κεφάλι μου. Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό και αρκετά θορυβώδες!

Το Sunset Beach Bar που βρίσκεται στην παραλία, έχει τοποθετήσει μια σανίδα του σερφ ως αυτοσχέδιο πίνακα ανακοινώσεων όπου γράφει τις ώρες αφίξεων των μεγάλων αεροσκαφών, ενώ ταυτόχρονα και για τους πιο μυημένους, βρίσκεται σε συνεχή σύνδεση με τον πύργο ελέγχου. Όπως έμαθα, αρκετοί φανατικοί φίλοι των αεροσκαφών διοργανώνουν εκδρομές από όλο τον κόσμο στο St. Maarten για αυτόν ακριβώς το λόγο.

Η σύντομη παραμονή μου στο St. Maarten έλαβε τέλος την Τρίτη 17/10 και μέσω Miami και, μετά από μια 2ωρη καθυστέρηση η οποία ουδόλως με πτόησε, συνέχισα για το δεύτερο σταθμό του ταξιδιού μου την Costa Rica.

Μετά από 2,5 ώρες περίπου βρέθηκα να περιμένω υπομονετικά στον έλεγχο διαβατηρίων του αεροδρομίου Juan Santamaria στην πρωτεύουσα της Costa Rica (το όνομα της οποίας στα ισπανικά σημαίνει πλούσια ακτή), San Jose. Σφραγίδα στο διαβατήριο, χωρίς πολλές ερωτήσεις από τον συμπαθή αστυνομικό και εμπρός για τον τελικό προορισμό μου, το χωριό La Fortuna 2,5 ώρες μακριά από το San Jose, στα βόρεια της χώρας.

Η διαδρομή περιπετειώδης. Ύστερα από λίγα χιλιόμετρα στην εθνική οδό, ο οδηγός που με είχε παραλάβει ακολούθησε έναν επαρχιακό δρόμο. Το σκοτάδι πυκνό, ο δρόμος στενός και χωρίς φώτα, η βροχή έντονη και η ομίχλη πανταχού παρούσα, κάτι σαν τον εφιάλτη στο δρόμο με τις λεύκες. Σημειωτέον δε, ότι το ελληνικό κινητό δεν έπιανε πουθενά στην Costa Rica ώστε να μπορέσω να μοιραστώ την αγωνία μου με κάποιον. Ευτυχώς ο Juan αποδείχθηκε εξαιρετικός οδηγός.

Φτάνοντας επιτέλους στο ξενοδοχείο μου γύρω στη 1.30 τα ξημερώματα, βρέθηκα μπροστά σε ένα θέαμα μοναδικό… Μπροστά στο παράθυρο μου ορθωνόταν επιβλητικό το ηφαίστειο Arenal, από τον κρατήρα του οποίου έβγαινε καπνός και πυρακτωμένοι βράχοι οι οποίοι κυλώντας στην πλαγιά θρυμματίζονταν σχηματίζοντας μια κατακόκκινη γιρλάντα μέσα στο σκοτάδι.

Το πρωί, η φύση φάνηκε σ’ όλο της το μεγαλείο. Πυκνή τροπική βλάστηση, πολύχρωμα φυτά, ένας καταγάλανος ουρανός και στη μέση του σκηνικού ένας μαύρος κώνος από την κορυφή του οποίου ο καπνός έβγαινε ασταμάτητα. Απόλαυσα το πανέμορφο αυτό σκηνικό παίρνοντας το πρωινό μου στην τραπεζαρία με τουρίστες από διάφορα μέρη της υφηλίου. Σίγουρα η παρουσία ενός Έλληνα στη μέση της Κεντρικής Αμερικής τους έκανε εντύπωση.

Κατόπιν ξεκίνησα για τις Arenal Hanging Bridges. Καινούρια άσφαλτος στον κεντρικό δρόμο, κακοτράχαλοι χωματόδρομοι βγαίνοντας από αυτόν, δείγμα ότι ο τουρισμός έχει πρόσφατα αρχίσει να αναπτύσσεται στην περιοχή. Με σύμμαχο τον καιρό παρότι ο Οκτώβριος είναι ο πιο βροχερός μήνας, ξεκίνησα με οδηγό τον Danny, την περιπλάνησή μου μέσα στο πυκνό, προστατευόμενο τροπικό δάσος, ψάχνοντας να εντοπίσω παράξενα φυτά, πουλιά, σαύρες, ταραντούλες κι ότι άλλο θα βρισκόταν στο διάβα μου.

Το δάσος αυτό διατρέχει ένας χείμαρρος και ο μόνος τρόπος να περάσεις από τη μια πλευρά στην άλλη είναι οι κρεμαστές γέφυρες, εξ ου και η ονομασία hanging bridges. Μετά από μια δίωρη περιπλάνηση, θέλησα να κάνω κάτι πιο δροσιστικό. Έτσι κατέφυγα σ’ έναν επιβλητικό καταρράκτη ύψους περίπου 15 μέτρων, ο οποίος κατέληγε σε μια μικρή λίμνη. Δυστυχώς όμως δεν υπολόγισα σωστά την επιστροφή… 500 και πλέον σκαλιά για να ανέβω και πάλι στο αυτοκίνητο μου, με θερμοκρασία 25 βαθμούς και υγρασία περίπου 80%.

Η ατμοσφαιρική Ιβιρική για ένα αξέχαστο καλοκαίρι

Η επόμενη μέρα περιελάμβανε μια ενδιαφέρουσα περιπέτεια. Το Sky Trek. Διαδρομή 1.200 μέτρων με τελεφερίκ διασχίζοντας ένα ακόμα τροπικό δάσος, με τις μαϊμούδες να με συνοδεύουν στη διαδρομή. Η κάθοδος όμως; Κρεμασμένος με τροχαλία από συρματόσχοινο να διασχίζω ”ιπτάμενος” το δάσος. Το έδαφος 200 μέτρα κάτω από τα πόδια μου… 5 διαδρομές από 460 έως 750 μέτρα η κάθε μία.

Η αίσθηση μαγευτική! Οι μυρωδιές του δάσους να σε κατακλύζουν, η απέραντη λίμνη από τη μια και το επιβλητικό ηφαίστειο από την άλλη να συμπληρώνουν το σκηνικό. Δυστυχώς κράτησε λίγο. Μετά από την όμορφη αυτή περιπέτεια συνέχισα την περιπλάνησή μου στην ευρύτερη περιοχή, εξερευνώντας αυτή τη φορά το Arenal Volcano National Park.

Το ηφαίστειο, το οποίο παρέμενε ανενεργό για περισσότερα από 400 χρόνια, εξερράγη ξαφνικά στις 29 Ιουλίου του 1968 σκορπίζοντας το θάνατο και την καταστροφή… 87 νεκροί και 3 χωριά κατεστραμμένα ο απολογισμός. Έκτοτε, κομμάτια λάβας και αέρια βγαίνουν από τον κρατήρα σε καθημερινή βάση. Για το λόγο αυτό απαγορεύεται αυστηρά η περιήγηση στο πάρκο πέρα από τα επιτρεπόμενα όρια. Ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες και μετά από μια πορεία περίπου μισής ώρας σε σηματοδοτημένο μονοπάτι και μέσα σε πυκνή βλάστηση είχα την ευκαιρία να δω τη λάβα από την έκρηξη του ηφαιστείου το 1992.

Η περιοχή δεν διεκδικεί δάφνες απαράμιλλης ομορφιάς, σίγουρα όμως προκαλεί δέος η ανάγνωση της ταμπέλας: ”Zone of high volcanic risk. Enter at your own risk.” Κι αν σταθεί κανείς τυχερός θα ακούσει και το Arenal να βρυχάται.

Το απόγευμα της ίδιας μέρας το πέρασα στις θερμές ιαματικές πηγές του ξενοδοχείου, απολαμβάνοντας και πάλι την ”παράσταση” του ηφαιστείου.

Το επόμενο μεσημέρι, ύστερα από μια πανέμορφη διαδρομή 2,5 ωρών μέσα στα δάση και τις πεδιάδες της Costa Rica (ναι, τα ίδια σκηνικά που συνέθεταν τον εφιάλτη στο δρόμο με τις λεύκες πηγαίνοντας) έφτασα στο San Jose.

Έχοντας κατά νου τα όσα είχα διαβάσει για την πόλη, δεν αποπειράθηκα να περιδιαβώ της γειτονιές της μόνος μου. Με τη συνοδεία ενός οδηγού του ξενοδοχείου, επισκέφτηκα το κέντρο της πόλης. Δυστυχώς οι φήμες για μια άσχημη, βρώμικη και σχετικά επικίνδυνη πόλη ήταν αληθινές. Στο San Jose δεν αξίζει να μείνει κανείς παρά μόνο αν είναι απόλυτη ανάγκη.

Πρώτη στάση στην περιήγηση αυτή ήταν το μουσείο χρυσού της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας. Εκεί φυλάσσονται χρυσά κτερίσματα και κειμήλια της προκολομβιανής κυρίως εποχής. Επίσης έχει κανείς την ευκαιρία να δει τον τρόπο ζωής και οργάνωσης των διάφορων κοινοτήτων της χώρας κυρίως πριν από την έλευση των Ισπανών. Σε άλλο όροφο του μουσείου παρουσιάζεται η νομισματική τους ιστορία.

Επισκέφθηκα επίσης το εθνικό μουσείο. Τις υπόλοιπες ώρες της παραμονής μου στην Costa Rica της πέρασα χαλαρώνοντας στο ξενοδοχείο, ενόψει μάλιστα και του επόμενου σταθμού του ταξιδιού.

Επιστροφή το επόμενο πρωί στο Miami και ύστερα από αναμονή περίπου 4 ωρών πήρα την πολυπόθητη πτήση για Aruba. Άφιξη κατά τις 7 το απόγευμα και κατευθείαν στο ξενοδοχείο, όπου ένας φίλος μου είχε φτάσει νωρίτερα από τη Βοστόνη.

Η Aruba είναι αρκετά μικρή με μόλις 16 μίλια μέγιστο μήκος και 6 μίλια μέγιστο πλάτος, ενώ το υψηλότερο σημείο της βρίσκεται 200μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της Καραϊβικής, μόλις 19 μίλια βόρεια από τη Βενεζουέλα και ανήκει στις Ολλανδικές Αντίλλες. Ο τοπικός κυβερνήτης διορίζεται μεν από τη βασίλισσα της Ολλανδίας, είναι όμως γηγενής.

Η γεωγραφική της θέση εξασφαλίζει στους κατοίκους και τους επισκέπτες εξαιρετικό καιρό όλο το χρόνο. Η θερμοκρασία κυμαίνεται κατά μέσο όρο στους 28-30 βαθμούς, οι βροχές είναι μεν συχνό φαινόμενο αλλά διαρκούν ελάχιστα και αποτελούν ευχάριστο διάλειμμα, ενώ οι τυφώνες της Καραϊβικής πολύ σπάνια επισκέπτονται το νησί.

Η παραλία Palm Beach πάνω στην οποία ήταν χτισμένο το ξενοδοχείο μας (όπως και πολλά ακόμα) ήταν πεντακάθαρη, με λευκή άμμο, φοίνικες και ξαπλώστρες αραιά τοποθετημένες ώστε να μην ενοχλείται κανείς από τους άλλους λουόμενους (όπως ακριβώς και στην Ελλάδα, έτσι;). Η θάλασσα ήταν πολύ ζεστή αλλά σχετικά θολή, ενώ υπήρχαν στιγμές που η πισίνα του ξενοδοχείου ήταν πιο δροσερή.

Τακτικοί επισκέπτες στην παραλία κάποια iguana τα οποία δεν ενοχλούνταν καθόλου από την παρουσία μας στα εδάφη τους. Έχοντας περάσει 2 ολόκληρες μέρες μεταξύ ξαπλώστρας, παραλίας, του γειτονικού beach bar και του δωματίου μας, αποφασίσαμε να κινηθούμε πιο δυναμικά. Νοικιάσαμε ένα 4×4 και βάλαμε πλώρη να εξερευνήσουμε το νησί.

Πρώτος σταθμός το Baby Beach στα νότια του νησιού. Μια πολύ όμορφη παραλία, με τιρκουάζ ρηχά νερά και ολόλευκη άμμο προστατευμένη από έναν φυσικό κυματοθραύστη. Εδώ έρχονται τα σχολεία προκειμένου να μάθουν τα μικρά παιδιά κολύμπι. Μόνη παραφωνία ένα διυλιστήριο που βρίσκεται 1-2 χιλιόμετρα μακριά, χωρίς όμως να ρυπαίνει καθόλου την όμορφη παραλία.

Στη συνέχεια κινηθήκαμε προς τη βορειοανατολική πλευρά του νησιού θέλοντας να φτάσουμε στην ξακουστή Natural Pool. Φτάνοντας όμως, απογοητευτήκαμε. Δεν ήταν τίποτα παραπάνω από έναν σχηματισμό βράχων μέσα στη θάλασσα που δημιουργούσε κατά κάποιο τρόπο μια πισίνα. Η περιπετειώδης διαδρομή όμως μας αποζημίωσε. Μόνο οχήματα 4×4 μπορούσαν να προσεγγίσουν το δύσβατο αυτό σημείο και μάλιστα όχι ιδιαίτερα εύκολα.

Από εκεί κατευθυνθήκαμε προς την πρωτεύουσα Oranjestad. Αδιάφορη αρχιτεκτονικά, η πρωτεύουσα έχει αναπτυχθεί γύρω από την τουριστική βιομηχανία δίνοντας έμφαση στους επιβάτες των μεγάλων κρουαζιερόπλοιων που καταπλέουν. Συνεχίζοντας την περιπλάνησή μας προς τα βόρεια τμήματα του νησιού φτάσαμε στο φάρο California, που πήρε το όνομά του από το ομώνυμο πλοίο που ναυάγησε στην περιοχή στις αρχές του 20 αιώνα.

Η περιοχή του φάρου είναι ένα από τα ψηλά σημεία του νησιού, προσφέροντας πανοραμική θέα προς τα νοτιοανατολικά. Αφού συνεχίσαμε για λίγο ακόμα τις περιπετειώδεις διαδρομές με το 4×4 σε αμμόλοφους δίπλα στη θάλασσα επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο.

Την επόμενη μέρα το μεσημέρι επιβιβαστήκαμε σε ένα ιστιοφόρο catamaran και βάλαμε πλώρη βόρεια σε έναν ρηχό κοραλλιογενή ύφαλο τον οποίο και θα εξερευνούσαμε. Λίγο πριν φύγουμε για την εξερεύνηση του ναυαγίου ενός γερμανικού φορτηγού από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μας πλησίασε ένα ταχύπλοο και μας έφερε ζεστούς μεζέδες για το υπόλοιπο της διαδρομής. Διανομή φαγητού ”κατά σκάφος”.

Στην επιστροφή ο αέρας ήταν σύμμαχός μας και έτσι το πλήρωμα άνοιξε πανιά κι εμείς απολαύσαμε την ησυχία της ιστιοπλοΐας. Δυστυχώς όμως αυτή ήταν και η τελευταία μέρα της ξένοιαστης 5ήμερης παραμονής μας στην Aruba. Το επόμενο μεσημέρι, επιβιβαστήκαμε στο αεροπλάνο κι ύστερα από μια σχετικά ”κουνημένη” πτήση 4 ωρών προσγειωθήκαμε στην παγωμένη Βοστόνη κι από εκεί πάλι μέσω Λονδίνου για Αθήνα. Η απόδρασή μου είχε τελειώσει δυστυχώς.

Αν θα ξαναπήγαινα; Στο St. Marteen ναι λόγω της αγάπης μου για τα αεροπλάνα. Στην Costa Rica σίγουρα γιατί θα ήθελα να εξερευνήσω περισσότερο την όμορφη αυτή χώρα με τους φιλόξενους κατοίκους.

Στην Aruba όχι –τουλάχιστον όχι από την Ελλάδα. Ένα σχετικά αδιάφορο νησί της Καραϊβικής το οποίο έχει αρκετά να ζηλέψει από τις θάλασσές μας, χωρίς να έχει να προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο εκτός από τον καλό καιρό όλο το χρόνο.

Πού να μείνετε – Πού να φάτε

Σεντ Μάρτιν

Τις Κυριακές, και ιδιαίτερα τη χαμηλή τουριστική περίοδο, τα περισσότερα εστιατόρια στο νησί παραμένουν κλειστά κι έτσι η προσπάθειά μου να βρω εστιατόριο ανοικτό στη Marigot απέβη άκαρπη.

Έτσι κατευθύνθηκα στο Philipsburg όπου μετά από αρκετή προσπάθεια κατάφερα να ανακαλύψω ένα από τα δύο ανοικτά εστιατόρια, το L’ Escargot. Όπως μαρτυράει και το όνομά του, η κουζίνα του ήταν γαλλική, χωρίς όμως να προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο.

Το επόμενο βράδυ αποδείχτηκα πιο τυχερός καθώς το La Vie En Rose στη Marigot, που μου σύστησαν και από το ξενοδοχείο, ήταν ανοικτό. Γαλλική κουζίνα και πάλι, γεύσεις λεπτές και προσεγμένες, σέρβις εξαιρετικό. Όλα αυτά όμως είχαν και το τίμημά τους. 70 ευρώ το άτομο χωρίς κρασί.

Η γαστρονομική πρωτεύουσα, όμως, του νησιού είναι το μικρό χωριό Grand Case λίγο βορειότερα από τη Marigot, στα εστιατόρια του οποίου δίνεται έμφαση στη γαλλική κουζίνα. Τα πιο γνωστά είναι τα εξής: Alabama, Le Cottage, Hibiscus, Le Tastevin, Le Maëva, Chez Martine, Fish Pot.

Ξενοδοχεία: Mercure Simson Beach Hotel Saint – Martin στο οποίο και έμεινα. Αρκετά ακριβό για τις παροχές του, σε βολικό και ήσυχο σημείο του νησιού.

Καλή επιλογή για όσους θέλουν να έχουν άμεση οπτική επαφή με το αεροδρόμιο είναι και το Sonesta.

Αρούμπα

Το Holiday Inn, στο οποίο έμεινα, αποτελεί μια αξιοπρεπέστατη οικονομική επιλογή στην περιοχή του Palm Beach, με μεγάλο πλεονέκτημα ότι βρίσκεται πάνω στη θάλασσα.

Τόσο στο Palm Beach όσο και στο Eagle Beach βρίσκονται πολλά μεγάλα ξενοδοχεία, όπως το Hyatt Regency Aruba Resort and Casino, το Radisson Aruba Resort and Casino, το Marriott’s Aruba Ocean Club κ.ά.

Γενικά καλό είναι να προτιμήσει κανείς τις δυο αυτές περιοχές (Palm Beach, Eagle Beach) και να αποφύγει να μείνει στο κέντρο της πρωτεύουσας Oranjestad.

Σχετικά με τη διατροφή, η Aruba δεν φημίζεται για τις τοπικές της σπεσιαλιτέ. Τα περισσότερα εστιατόρια προσφέρουν διεθνή κουζίνα, αν και μερικά ειδικεύονται σε εθνικές όπως ιταλική, γαλλική και βραζιλιάνικη.

Ίσως είναι καλύτερα να δειπνήσει κανείς σε ορισμένα εστιατόρια που βρίσκονται στις παραλίες των ξενοδοχείων, πάνω στο κύμα, απολαμβάνοντας το ηλιοβασίλεμα. Ενδεικτικά πάντως αναφέρονται το, Le Dome (Βέλγιο / Γαλλία), το The Chalet Suisse (Διεθνής Κουζίνα) και το Simply Fish κοντά στο ξενοδοχείο Marriot Stellaris (πάνω στο κύμα).

Κόστα Ρίκα

Στην περιοχή της La Fortuna όπου και βρίσκεται το ηφαίστειο Arenal υπάρχουν πάρα πολλά ξενοδοχεία με διάφορα επίπεδα τιμών, που θα ικανοποιήσουν κάθε τσέπη.

Δική μου επιλογή ήταν το Arenal Paraiso Resort and Spa το οποίο και είχε θέα το ηφαίστειο, από την πλευρά που ρέει η λάβα. Η Deluxe Private Cabins σε σχέση με τις standard έχουν καλύτερη θέα προς το ηφαίστειο, και η διαφορά τιμής είναι μικρή. Προτιμήστε τις.

Επίσης καλή, αλλά πιο ακριβή, επιλογή είναι και το Tabacon Resort & Hot springs. Πληροφορίες για όλα τα ξενοδοχεία της περιοχής καθώς και για πολλά από τα προσφερόμενα tour μπορεί να βρει κανείς στο www.arenal.net. Πριν κάνετε οποιαδήποτε κράτηση, συμβουλευτείτε το χάρτη της ιστοσελίδας που δείχνει τη ροή της λάβας την περίοδο αυτή, ώστε να είστε σίγουροι ότι θα τη δείτε.

Πολλά καλά και φτηνά εστιατόρια υπάρχουν στην περιοχή με έμφαση στο κρέας. Καθίστε στο El Novillo Steak House που βρίσκεται έξω από τη La Fortuna κοντά στο Arenal Paraiso Resort and Spaκαι δοκιμάστε τη σαλάτα με Palmito καθώς και την ντόπια μπύρα Imperial.

Όσοι είστε φίλοι της περιπέτειας μην ξεχάσετε να δοκιμάσετε το Sky trek.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ