Είναι πολλοί εκείνοι που με ρωτούν «Πού είναι καλύτερα να πάω; Στη Βιέννη ή στην Πράγα; Στο Λονδίνο ή στο Παρίσι; Στον Μαυρίκιο ή στις Μαλδίβες;». Πολλοί ταξιδιώτες δυσκολεύονται στο να αποφασίσουν ποιο μέρος θα επισκεφθούν πρώτο, δεύτερο ή τρίτο. Τα μετρούν από εδώ, τα μετρούν από εκεί και προσπαθούν να βρουν τα σημεία εκείνα που στο μυαλό τους κάνουν τον προορισμό πιο ελκυστικό προκειμένου να ταξιδέψουν σε αυτόν.

Το θέμα είναι με ποια κριτήρια επιλέγεις έναν προορισμό. Την ομορφιά της πόλης; Τους ανθρώπους; Την ασφάλεια; Τις ημέρες διαμονής; Το value for money; Η πικρή αλήθεια είναι ότι ο καθένας επιλέγει πάντα ανάλογα με το χαρακτήρα του και την ταξιδιωτική του παιδεία. Μερικές φορές, μάλιστα, οι κρίσεις είναι τόσο διαφορετικές που μένεις με το στόμα ανοικτό.

Θα σας δώσω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε. Με ρωτούν «Πού να πάω καλύτερα, Πράγα ή Βουδαπέστη;». Εδώ και δεκαπέντε χρόνια απαντάω μονότονα και κόντρα εντελώς στο ρεύμα: «Βουδαπέστη και ξερό ψωμί!» Οι περισσότεροι μου λένε «Μα, πας καλά; Δεν υπάρχει πιο παραμυθένια πόλη από την Πράγα». «Σωστά», τους απαντώ, «είναι παραμυθένια πόλη η Πράγα, ότι οι Τσέχοι όμως συμπεριφέρονται σαν γουρούνια στους τουρίστες, αυτό δεν σας λέει τίποτα;».

Εσείς δεν ξέρω τι λέτε ή τι πιστεύετε, αλλά εγώ θεωρώ πολύ σημαντικό παράγοντα για το ταξίδι μου τον ντόπιο πληθυσμό. Για τη συγκεκριμένη πόλη το λέω και το υπογράφω ότι οι κάτοικοί της είναι οι πιο άξεστοι, γλοιώδεις, μπεκρήδες και βρομιάρηδες που υπάρχουν στην κεντρική Ευρώπη. Μιλάμε για έναν εντελώς ξεφτιλισμένο λαό που καθημερινά τον αντικρίζεις και ντρέπεσαι για την ύπαρξή του. Τα βράδια της Παρασκευής και του Σαββάτου, από το μεσημέρι και μετά, πρέπει στην πλειονότητά τους οι πολίτες της Πράγας να είναι τύφλα στο μεθύσι. Δεν υπάρχει μέρος που να πας και να μην δεις μπροστά σου εφήβους, νεαρούς, ακόμη και μεσήλικες με ένα μπουκάλι μπύρας στο χέρι. Κατά τις δύο αρχίζει το ξύλο στους δρόμους, σπάσιμο βιτρινών, ξερατά, παρενοχλήσεις τουριστών, κλοπές και πάει λέγοντας. Ιδιαίτερα στην Παλιά Πόλη έτσι και είσαι τουρίστας ή θα σε κλέψουν στα μαγαζιά ή θα σε κλέψει ο ταρίφας που θα σε πάει στο ξενοδοχείο ή θα σου την «πέσουν» πόρνες ή θα σου την «πέσουν» για να σε «κεράσουν» ναρκωτικά. Αν δεν συμβεί τίποτα από όλα αυτά, οπωσδήποτε θα σου την «πέσει» ένας ντόπιος μεθυσμένος, ξεδοντιάρης και βρομιάρης, να του δώσεις μερικά χρήματα για να πάει να πάρει τη δόση του.

Στην Πράγα δεν υπάρχει περίπτωση ούτε «καλημέρα» να σου πει κανείς, ούτε να σου χαμογελάσει, ούτε να σου δώσει πληροφορία για ό,τι κι αν ζητήσεις. Έξω από μαγαζί να είσαι και να ζητήσεις ένα ποτήρι νερό για να πιεις το χάπι σου, όχι μόνο αποκλείεται να σε τρατάρουν το νεράκι του Θεού, αλλά είναι και πολύ πιθανό να σε βρίσουν κιόλας. Άσε και το άλλο, που οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν την κακή συνήθεια να φτύνουν στο δρόμο.

Αν όλα αυτά που σας λέω σας φαίνονται υπερβολικά, κάντε ένα ταξίδι στη συγκεκριμένη πόλη και θα με θυμηθείτε. Προσέξτε, σε καμιά περίπτωση δεν σας λέω να μην πάτε ταξίδι στην πραγματικά πανέμορφη πρωτεύουσα της Τσεχίας. Σας λέω όμως να πάτε πρώτα στη Βιέννη, μετά στη Βουδαπέστη και τελευταία στην Πράγα. Ειδικά για τη Βουδαπέστη, μπορεί η πόλη να μην είναι τόσο όμορφη όσο η Πράγα, αλλά έχει καταπληκτικούς κατοίκους. Οι Μαγυάροι είναι πεντακάθαροι, είναι ευγενικοί, αγαπούν τους τουρίστες και «πεθαίνουν» για να σε εξυπηρετήσουν.  Καταλάβατε φαντάζομαι, έτσι; Το εντελώς αντίθετο από τους Τσέχους.

 

Συμπέρασμα; Για να πας ένα ταξίδι και να επιλέξεις την πόλη όπου θα σε φιλοξενήσει πρέπει, εκτός απ’ όλα τα άλλα, να μετράς και τη συμπεριφορά του ντόπιου πληθυσμού, γιατί μπορεί να φτάσεις στον προορισμό,να είναι ένας παραδεισένιος τόπος κι εσύ στο τέλος να γυρνάς με ανάμεικτα συναισθήματα. Θα νιώθεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτό το «κάτι δεν πάει καλά» είναι η αρνητική ενέργεια που έχεις εισπράξει από έναν λαό που δεν γουστάρει τον τουρίστα. Δεν γουστάρει να σε βλέπει, έστω κι αν του αφήνεις τα λεφτά σου. Αυτό που λέμε δηλαδή «φιλοξενία». Λέξη ελληνική που ακόμη και στην πατρίδα μας έχει, δυστυχώς, χάσει την αξία που είχε κάποτε.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ