Η Κένυα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το «βασίλειο της άγριας κραυγής». Κομμένη κυριολεκτικά στα δύο από τον Ισημερινό, ανεξημέρωτη αλλά και ήμερη ταυτόχρονα, με τις πιο χρυσές παραλίες του Ινδικού ωκεανού, μαγνητίζει τους λάτρεις της περιπέτειας και τους ταξιδευτές που αναζητούν κάτι διαφορετικό απ’ τα συνηθισμένα…

«Πέρα από την Αφρική» λεγόταν η ταινία που έκανε τη φαντασία μας να οργιάσει και ξύπνησε την επιθυμία μας να αγγίξουμε το όνειρο της Κάρεν Μπλινγκς, να βιώσουμε το «χρώμα» της ηπείρου, την απεραντοσύνη της, την πρωτόγονη ομορφιά της, τους υπέροχους ανθρώπους της, τη σχεδόν αμόλυντη από τον σύγχρονο πολιτισμό φύση της. Αυτό το όνειρο πήρε σάρκα και οστά όταν στα μάτια μας καθρεφτίστηκαν τα βλέμματα των λιονταριών, όταν κάναμε ρεπορτάζ στο χωριό των ατρόμητων πολεμιστών Μασάι Μάρα, αλλά και όταν αντικρίσαμε το Ναϊρόμπι και τη Μομπάσα…

ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΩΝ ΜΑΣΑΪ

Σε ζούγκλα ή σε σαβάνα, με τα πόδια ή με το αυτοκίνητο, με όπλο ή με κάμερα, «το σαφάρι είναι ένα ταξίδι με προορισμό τον ίδιο σου τον εαυτό». Με αυτή τη φράση του Έρνεστ Χεμινγουέι από το βιβλίο «Οι πράσινοι λόφοι της Αφρικής» στο μυαλό μας, φτάσαμε στο Ναϊρόμπι, την πρωτεύουσα της Κένυας, αλλά ο «στόχος» μας ήταν άλλος. η κοιλάδα των Μασάι.

Το βαν έπεφτε με δύναμη στις λακκούβες, όμως ο Λόρενς, ο οδηγός μας από το πρακτορείο «Καμηλοπάρδαλη», συνηθισμένος στα τραντάγματα, απλώς χαμογελούσε βλέποντας την ταλαιπωρία των λευκών καλοπερασάκηδων της Δύσης. Η διαδρομή θα διαρκούσε έξι ώρες, κι έπρεπε να φτάσουμε πριν νυχτώσει.

Το ξενοδοχείο στο οποίο θα μέναμε εμφανίστηκε σαν όαση μπροστά μας. Κατάκοποι αλλά χορτασμένοι από τις εικόνες που είχαμε αντικρίσει, περάσαμε την είσοδο του lodge, όπου μας περίμενε μια ομάδα υποδοχής από τους ψηλόλιγνους πολεμιστές. Η αλήθεια είναι ότι μας έδωσαν την εντύπωση τουριστικής ατραξιόν, ωστόσο ήμασταν καλά διαβασμένοι για το παρουσιαστικό και τις συνήθειές τους. Ξεκουραστήκαμε για λίγο και επιβιβαστήκαμε στα αυτοκίνητα για να πάρουμε original taste Αφρικής.

ΖΩΝΤΑΝΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ

Πολύ γρήγορα βρεθήκαμε να παρακολουθούμε μια ασπρόμαυρη «συμφωνία» από ζέβρες, που μας μύριζαν εξερευνητικά και στη συνέχεια έτρεχαν αριστερά και δεξιά κατά ομάδες. Ενώ ταξιδεύαμε για ώρες στην άγρια σαβάνα, δύο καμηλοπαρδάλεις μάς έκοψαν το δρόμο. Το πιο ψηλό ζώο στον κόσμο φτάνει τα 3,5 μ. και έχει εξαιρετική όραση και δύναμη… Τα θηλυκά, για παράδειγμα, μπορεί να φαίνονται άκακα, όμως αν νιώσουν ότι τα λιοντάρια επιτίθενται στα μικρά τους, μπορούν να τα τραυματίσουν ή και να τα σκοτώσουν!

Γίναμε μάρτυρες του σκληρού αγώνα της επιβίωσης ανάμεσα στο θύμα και το θύτη, όταν εντοπίσαμε ένα τσιτάχ που παραμόνευε ένα κοπάδι από αντιλόπες, και νιώσαμε την αδρεναλίνη μας να φτάνει στα ύψη. Οι τελευταίες, σε σχηματισμό μάχης και με το βλέμμα καρφωμένο στην «απειλή», το απομάκρυναν με έναν περίεργο τσιριχτό ήχο. Το άγριο και -σε άλλες περιπτώσεις- ταχύτατο αγρίμι χάθηκε από το οπτικό μας πεδίο με αργά και «σίγουρα» βήματα… Μετά από δύο ώρες, όμως, το βρήκαμε να τρώει ένα μικρό αντιλοπάκι κάτω από ένα δέντρο. Αισθανθήκαμε θυμό και οργή για το θέαμα, όμως αυτός είναι ο νόμος της φύσης… το μεγάλο ζώο τρώει το μικρό. Μήπως μεταξύ των ανθρώπων δεν συμβαίνει το ίδιο;

Πέντε οικογένειες ελεφάντων κατάφεραν να μεταβάλουν τα συναισθήματά μας. Μητέρα, πατέρας και μικρά έπαιζαν με τις προβοσκίδες τους και απολάμβαναν την ηρεμία τους, χωρίς να τους απασχολούν όσα συνέβαιναν τριγύρω. Χαζεύαμε για ώρα τα παιχνίδια τους και χαιρόμασταν την ανεμελιά τους, όμως κάποια στιγμή καταλάβαμε ότι η επίσκεψή μας στα λημέρια τους είχε γίνει «αρμένικη», όπως λέει και ο σοφός λαός μας. Αποφασίσαμε δίχως καθυστέρηση να τους αδειάσουμε τη γωνιά και επιστρέψαμε πίσω με τη δύση του ήλιου, γιατί απαγορεύεται διά ροπάλου να μείνεις τη νύχτα στην περιοχή.

Αντικρίζοντας αυτές τις εικόνες, σκέψεις από το παρελθόν της Κένυας, μίας από τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου, ήρθαν στο μυαλό μας. Μετά το «ξεζούμισμα» που υπέστη από τους αποικιοκράτες, το μοναδικό εισόδημα των κατοίκων προερχόταν από την εκμετάλλευση των λιονταριών, των ελεφάντων, των βουβαλιών και των καμηλοπαρδάλεων. Μέχρι το 1977, αυτά τα ζώα κυριολεκτικά σφαγιάζονταν στα οργανωμένα σαφάρι κυνηγών, που δρούσαν για λογαριασμό μεγαλοκτηματιών του τόπου. Στις 19 Ιουλίου 1989, το αφρικανικό κράτος έκανε μια συμβολική χειρονομία. Στο Εθνικό Πάρκο του Ναϊρόμπι, ο πρόεδρός του έδωσε το σύνθημα να καεί ένα «βουνό» από ελεφαντόδοντο, αξίας 3 εκατ. δολαρίων. Η ενέργεια αυτή συμβόλιζε την απόφαση να διασωθεί ένας πλούτος άλλου είδους. το οικοσύστημα της άγριας φύσης. Έτσι, λοιπόν, εμείς βρεθήκαμε στην ευχάριστη θέση να παρακολουθήσουμε ειρηνικές σκηνές από τη ζωή στη σαβάνα και να πραγματοποιήσουμε το φωτογραφικό σαφάρι που τόσο επιθυμούσαμε. Την επομένη, μας περίμενε κάτι πιο συνταρακτικό. Γνωριμία με τους Μασάι.

ΟΙ ΠΕΡΙΦΗΜΟΙ ΜΑΣΑΪ ΜΑΡΑ

Το πλήθος των φυλών που συναντά κανείς στην Κένυα οφείλεται στο ότι κατά το παρελθόν η χώρα υπήρξε κύριο πέρασμα μεταναστών. Νομάδες από την Αιθιοπία ήταν οι πρώτοι που παρουσιάστηκαν στην περιοχή, το 2000 π.Χ., ενώ ακολούθησαν πολλοί ακόμα. Εκείνοι που ξεχώρισαν ήταν οι Μασάι, κάτοικοι -μέχρι τότε- της κοιλάδας του Νείλου.

Οι τελευταίοι συγκαταλέγονται στα 49 φυλετικά έθνη, που κατάφεραν να διατηρήσουν τα ήθη και τα έθιμά τους κόντρα στη λαίλαπα του καταναλωτισμού της σύγχρονης κοινωνίας. Ωστόσο, οι αντιστάσεις τους κάμφθηκαν τον 19ο αι., όταν οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές έκαναν την εμφάνισή τους.

Οι φήμες μιλούσαν για μανιασμένους μαχητές που εμπόδισαν τους ιεραπόστολους να τους βάλουν στο άρμα του χριστιανισμού και του πολιτισμού της Δύσης. Φτάνοντας στο χωριό τους και αντικρίζοντας τις πρωτόγονες συνθήκες διαβίωσης, γυρίσαμε τουλάχιστον 400 με 500 χρόνια πίσω. «Βρώμα» ήταν η πρώτη λέξη που ήρθε στο μυαλό μου! Προσέχαμε πού πατούσαμε γιατί παντού υπήρχαν περιττώματα αγελάδας, ακόμα κι έξω από τα σπίτια! Αλλά και αυτή η κατάσταση είχε αιτιολογία… Το συγκεκριμένο θηλαστικό είναι ιερό για τους Μασάι.

ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΑΙΩΝΩΝ

Σύμφωνα με την παράδοση και την ιστορία τα μέλη της φυλής των Μασάι, που έχουν ως κύρια ασχολία τους την κτηνοτροφία, θεωρούνται ιδιοκτήτες των εδαφών από το Rift Valley μέχρι και το Εθνικό Πάρκο του Serengeti στα σύνορα με την Τανζανία. Για τους ψηλόλιγνους νομάδες, η αγελάδα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ίδια τους τη ζωή. Πιστεύουν πως αν ένας νεαρός πολεμιστής καταφέρει να χτυπήσει τη φλέβα του μοσχαριού, χωρίς όμως να το τραυματίσει, τότε το αίμα μαζί με το γάλα θα είναι το γιατρικό για όλες σχεδόν τις ασθένειες!

Για του λόγου το αληθές, είδαμε να συλλέγουν μπροστά στα μάτια μας αίμα με αργές κινήσεις, να το ανακατεύουν και στη συνέχεια μια ομάδα αγοριών να το παίρνει με μια κανάτα και να το μεταφέρει στην καλύβα μιας νέας γυναίκας που υπέφερε για μέρες από πόνους στην κοιλιά της.

Αφού συνήλθαμε από την έκπληξη και το σοκ, οι μικρότεροι μας μίλησαν και για άλλες συνήθειές τους. τρυπούν τ’ αυτιά τους χρησιμοποιώντας ένα πολύ κοφτερό μαχαίρι, ενώ με κομμάτια ξύλου μεγαλώνουν την τρύπα κατά το επιθυμητό, ώστε να ξεχωρίζουν από τις άλλες φυλές. Φτιάχνουν φράχτη γύρω από τα χωριά τους για να προστατεύονται από τα άγρια ζώα και δίνουν πέντε αγελάδες στην οικογένεια μιας κοπέλας για να την παντρευτούν – βέβαια, το εθιμοτυπικό που ακολουθείται δεν μοιάζει με αυτό που γνωρίζουμε.

Παρά τα χιλιάδες προβλήματα, το AIDS, τις παιδικές ασθένειες, τη βρωμιά και την πείνα, αυτοί οι άνθρωποι αρνούνται πεισματικά να ενταχθούν στο πρόγραμμα εποικισμού. Η λέξη «ιδιοκτησία» είναι άγνωστη για τους ατίθασους πολεμιστές, ενώ τα αγόρια ακόμη και σήμερα ακολουθούν τις πολεμικές παραδόσεις και τους άγραφους νόμους της κοινότητας. Πρόκειται για έναν περήφανο λαό που δείχνει να αντιστέκεται ακόμη και σήμερα στον καταναλωτισμό και τον πολιτισμό. Ως πότε άραγε;

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΟΡΥΦΗΣ

Ήταν η τελευταία ημέρα μας στην κοιλάδα των Μασάι και δεν είχαμε καταφέρει ακόμη να δούμε τον άρχοντα της σαβάνας, το λιοντάρι. Ο Λόρενς, ο οδηγός μας, κατανοώντας το άγχος μας, μας έλεγε «χακούνα ματάτα». «Κανένα πρόβλημα. Όλοι βλέπουν λιοντάρι στην Κένυα». Είχε δίκιο. Στη χώρα του αναπάντεχου και των εκπλήξεων, οι περήφανες υπάρξεις εμφανίστηκαν μπροστά μας κυριολεκτικά… από το πουθενά! Ένα ζευγάρι κινείτο νωχελικά δίπλα μας, χωρίς βεβαίως να μας δίνει σημασία… Οι βασιλιάδες της ζούγκλας επιβιώνουν σε ομάδες με 2-4 θηλυκά κι ένα αρσενικό. Αυτό που δεν ξέραμε και μάθαμε είναι ότι τα πρώτα οδηγούν τα υπόλοιπα και ουσιαστικά κάνουν κουμάντο στην οικογένεια, αφού μόνο αυτά αναζητούν τροφή. Αυτό το τελευταίο κάτι μας θύμισε. το αρσενικό όλη μέρα λιάζεται και… δίνει εντολές. Τα μικρά, όταν έρχονται στον κόσμο, έχουν κλειστά τα μάτια τους για δέκα ημέρες, ενώ τρώνε κρέας για πρώτη φορά έξι εβδομάδες μετά τη γέννησή τους.

Για το τέλος αφήσαμε τις ύαινες, τους πιο ύπουλους κατοίκους της σαβάνας. Συνήθως τρώνε τα αποφάγια των lodges, κάτι που γίνεται εδώ και δέκα ολόκληρα χρόνια. Αν δεν υπήρχαν αυτά, θα τρέφονταν με πτώματα άλλων ζώων. Ωστόσο, οφείλει να τους αναγνωρίσει κανείς ότι καθαρίζουν το οικοσύστημα.

ΤΟ ΣΤΟΛΙΔΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΚΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ

Είχε έρθει όμως η ώρα να φύγουμε και να βρεθούμε στον παράδεισο του Ινδικού, τη Μομπάσα. Το μεγαλύτερο λιμάνι της ανατολικής Αφρικής αποτελούσε σταυροδρόμι πολιτισμών και σημαντικό εμπορικό κέντρο από τότε που οι Ασσύριοι ξεκίνησαν την εξερεύνηση των παραλίων της Μαύρης Ηπείρου, γύρω στο 3000 π.Χ. Αργότερα, οι Άραβες κατέστησαν την περιοχή πυρήνα εμπορίου και αγοραπωλησίας σκλάβων από την ενδοχώρα.

Στο παραθαλάσσιο τμήμα της Μομπάσα βρίσκεται το σήμα κατατεθέν της, το επιβλητικό πορτογαλικό κάστρο Fort Jesus. «Αγναντεύει» την είσοδο του πρώην λιμανιού, ενώ γύρω της απλώνεται η Παλιά Πόλη με την αραβική συνοικία. Περιπλανηθείτε ανάμεσα στους πάγκους των πλανόδιων στα σουκ, όμως μην παραλείψετε σε καμία περίπτωση να επισκεφθείτε την κεντρική λαχαναγορά. θα ξετρελαθείτε από τις μυρωδιές των εξωτικών φρούτων και των καρυκευμάτων, αλλά και θα μπορέσετε να παρατηρήσετε τη συμπεριφορά των ντόπιων.

Στην Παλιά Πόλη, τα σοκάκια ξετυλίγονται σιωπηλά μεταξύ πέτρινων τοίχων. Σε κάθε γειτονιά οι ματιές μας χάνονται σε μικρές παρέες μαυροντυμένων γυναικών με φερετζέ που μιλούν σουαχίλι, και σε παιδιά που παίζουν ανέμελα γύρω τους. Έχεις την εντύπωση ότι ο χρόνος, σε αυτό το κομμάτι της γης, έχει σταματήσει μπροστά στις σκαλιστές πόρτες και τα καταστήματα. Δεν φαίνεται μακρινή η εποχή κατά την οποία οι κάτοικοι αντάλλασσαν ελεφαντόδοντο και σκλάβους από την κεντρική Αφρική με μετάξι και πορσελάνη. Άλλωστε, ακόμα και σήμερα η Μομπάσα φημίζεται για τα μεταξωτά υφάσματα και τη μεγάλη ποικιλία σε batik.

ΜΑΓΕΥΤΙΚΕΣ ΑΜΜΟΥΔΙΕΣ

Στην κενυάτικη πόλη, οι υπέροχες παραλίες με τα γαλαζοπράσινα νερά μοιάζουν βγαλμένες από καρτποσταλικό σκηνικό! Εδώ, οι κάτοικοι έχουν κατορθώσει να διασώσουν το θαλάσσιο περιβάλλον και να το εκμεταλλευτούν τουριστικά. Οι δραστηριότητες για τους επισκέπτες περιλαμβάνουν περπάτημα σε κοραλλιογενείς υφάλους, αλλά και snorkeling για την παρατήρηση των πολύχρωμων ψαριών. Αυτή η εικόνα, που είναι θελκτική ακόμη και για τον πιο δύσπιστο ταξιδιώτη, δεν παύει να αποτελεί μια «βιτρίνα» υποτιθέμενης ανάπτυξης. Πέρα από τις ακρογιαλιές, τα ακριβά ξενοδοχειακά συγκροτήματα και τους τουρίστες που ξοδεύουν με άνεση ευρώ και δολάρια, υπάρχουν οι φτωχοί Κενυάτες, που διανύουν ολόκληρα χιλιόμετρα από τα χωριά τους για να κατέβουν στα παράλια της Μομπάσα. Σε αυτά, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, ενοικιάζονται ακόμα και τα μαγιό, ένδειξη ότι η πενία αντιμετωπίζεται με αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια και χαμόγελο.

Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ

Ο δρόμος του γυρισμού μάς έβγαλε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, στο Ναϊρόμπι. Ο θόρυβος, η άναρχη κίνηση των αυτοκινήτων αλλά και οι γειτονιές με τα πανάκριβα σπίτια και αυτοκίνητα που πρωτοαντικρίσαμε ήταν ακόμα εδώ. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι απλά όσον αφορά στην ασφάλεια. Οτιδήποτε μεγάλης αξίας πάνω σας (ρολόγια, δαχτυλίδια κ.λπ.) μοιάζει με «μάνα εξ ουρανού» για τους Κενυάτες φτωχοδιαβόλους. Αυτός είναι και ο λόγος που τα περισσότερα ταξιδιωτικά γραφεία προγραμματίζουν για τους επισκέπτες αυτής της πόλης διαμονή μόνο μίας νύχτας… αλλά τι νύχτας!

Οι ντόπιοι διασκεδάζουν με την ψυχή τους! Βρεθήκαμε σε μια πολύ μεγάλη συναυλία της εθνικής τους τραγουδίστριας, της Σαΐντα, και ανακατευτήκαμε με τον κόσμο. Κίνηση, χορός, ζωντάνια. Βέβαια, εκείνοι που έκαναν όλο το κέφι δεν ήταν όσοι πλήρωσαν εισιτήριο για να μπουν, αλλά αυτοί που πέρασαν πάνω από τις μάντρες προκειμένου να απολαύσουν τα τραγούδια.

Πίσω από τις λεωφόρους, τα πάρκα και τους ουρανοξύστες, υπάρχει ένας λαός που θερίζεται από το AIDS, την ελονοσία και τις παιδικές αρρώστιες. Στο Ναϊρόμπι το 70% του πληθυσμού ζει υπό συνθήκες εξαθλίωσης και απόλυτης ανέχειας. Αυτοί οι άνθρωποι θα έχουν κάποτε την ευκαιρία να ζήσουν καλύτερα; Κι όμως, το εκπληκτικό της υπόθεσης είναι ότι οι ίδιοι θεωρούνται προνομιούχοι στην Κένυα, απλώς γιατί έχουν ένα κομμάτι ψωμί ή μια πατάτα. Σε αλλά σημεία της χώρας δεν υπάρχουν ούτε καν αυτά. Αντίθετα, «οι πολιτικοί με τα χρήματα που καταχρώνται κοντεύουν να σκάσουν από το φαγητό» όπως χαρακτηριστικά μας είπε ένας φίλος Κενυάτης.

Προφανές από τα παραπάνω είναι το γεγονός πως πίσω από το «προσωπείο» του τουρισμού ο λαός υποφέρει. Αυτό που έχει σημασία είναι να προσφέρουμε απλόχερα τη βοήθειά μας σε ανθρώπους που αξίζουν μια καλύτερη μοίρα.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ