Ομοσπονδιακός δικαστής στο Τέξας διέταξε χθες, Πέμπτη 06/11, την παύση της ποινικής δίωξης κατά της Boeing για τα πολύνεκρα αεροπορικά δυστυχήματα του 2018 και του 2019, μετά από αίτημα του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Η εξέλιξη προκύπτει από τη συμφωνία που έκλεισε η Boeing με την αμερικανική κυβέρνηση τον Μάιο, η οποία προέβλεπε τον τερματισμό των διώξεων για τα αεροσκάφη 737 MAX 8, στα οποία έχασαν τη ζωή τους συνολικά 346 άνθρωποι. Η συμφωνία, γνωστή ως NPA ή «συμφωνία μη δίωξης», ανακοινώθηκε ενώ η δίκη είχε προγραμματιστεί για τις 23 Ιουνίου, στο Φορτ Γουόρθ, ενώπιον του δικαστή Ριντ Ο’Κόνορ.
Μια πιθανή καταδίκη της Boeing θα έθετε σε κίνδυνο τις συμβάσεις της με την αμερικανική κυβέρνηση, έναν από τους μεγαλύτερους πελάτες της στον αεροδιαστημικό και αμυντικό τομέα.
Σύμφωνα με τη συμφωνία, η Boeing παραδέχεται ότι επιδίωξε «να παρακωλύσει και να εμποδίσει» το έργο της ομοσπονδιακής υπηρεσίας πολιτικής αεροπορίας (FAA).
Παράλληλα, η εταιρεία θα αποδεσμεύσει 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια, εκ των οποίων 444,5 εκατομμύρια θα διατεθούν για την αποζημίωση των συγγενών των θυμάτων. Θα καταβάλει πρόστιμο ύψους 244 εκατομμυρίων και θα επενδύσει 455 εκατομμύρια στην ενίσχυση των εσωτερικών προγραμμάτων ασφαλείας, ποιότητας και συμμόρφωσης με τους κανονισμούς.
Η υπόθεση αφορούσε τα δυστυχήματα της Lion Air τον Οκτώβριο του 2018 και της Ethiopian Airlines τον Μάρτιο του 2019. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατηγορούσε την Boeing ότι δεν είχε ενημερώσει την FAA για τεχνικές λεπτομέρειες του λογισμικού ελέγχου πτήσης MCAS, ενώ η εταιρεία είχε αποδεχτεί την ευθύνη της εδώ και χρόνια.
Δεκάδες αγωγές ιδιωτών εκκρεμούσαν στις ΗΠΑ και χειρίζονταν δύο ομοσπονδιακοί δικαστές, στο Σικάγο και το Άρλινγκτον. Σύμφωνα με την Boeing, το 90% αυτών των αγωγών επιλύθηκε εξωδικαστικά, με την καταβολή «πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων».
Η πρώτη δίκη σε αστικό δικαστήριο, που αφορά ένα θύμα της συντριβής της Ethiopian Airlines, ξεκίνησε τη Δευτέρα, 04/11.
Δείτε επίσης





