Ενημερώθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2022, 13:56

Ψάχνοντας για αμόλυντα τοπία, αναζητώντας τα σημάδια της ιστορίας στους αιώνες και γυρεύοντας έναν αγνό τρόπο ζωής, ανακάλυψα μια χώρα στη νοτιοανατολική Ασία που τα συνδυάζει όλα· το Λάος!

Ίσως πολλοί να μην γνωρίζουν το Λάος. Μπορεί να μην ξέρουν καν κατά πού πέφτει. Το σίγουρο είναι πώς ένας τρόπος υπάρχει για να γνωρίσει κανείς αυτή τη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας -χωμένη κάπου ανάμεσα στην Ταϊλάνδη, την Κίνα, το Βιετνάμ, τη Μιανμάρ και την Καμπότζη. Να πραγματοποιήσει ένα ταξίδι ως εκεί! Οι τουριστικοί οδηγοί που εκθειάζουν την πυκνή βλάστηση, τις πολυπολιτισμικές επιρροές στην αρχιτεκτονική και τον ποταμό Mekong, ο οποίος αποτελεί το φυσικό δυτικό σύνορο της χώρας με την Ταϊλάνδη, καθώς και οι περιγραφές για τη 10χιλιετή ιστορία και την πραότητα των κατοίκων του, αποτέλεσαν ισχυρό δέλεαρ για εμένα ώστε να βάλω πλώρη για τη «γη των χιλίων ελεφάντων», όπως ήταν η αρχαία ονομασία του Λάος.

ΠΡΩΤΗ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ
Ξεκινώντας από το αεροδρόμιο Wattay, έφτασα στο Lao Plaza Hotel της οδού Samsenthai, στην καρδιά της πρωτεύουσας Vientiane, σε μόλις 12 λεπτά. Η διαδρομή μού κόστισε 66.000 kips (λαοτινό νόμισμα), περίπου ?6. Με έναν ταξιδιωτικό σάκο στον ώμο και μια μεγάλη βαλίτσα στο χέρι, έκανα check in σε ένα από τα 142 δωμάτια του ξενοδοχείου. Μετά από ένα κρύο ντους, ντύθηκα ελαφρά και παίρνοντας μόνο τη φωτογραφική μου μηχανή, άρχισα την περιήγησή μου στην πρωτεύουσα των 464.000 κατοίκων.

Δεν πρέπει να περπάτησα πάνω από ένα τετράγωνο επί της οδού Samsenthai και βρέθηκα μπροστά στο Πολιτιστικό Μέγαρο του Λάος. Αν και ήταν κλειστό, κατάφερα να διαβάσω τις αναρτημένες στην κεντρική είσοδο ανακοινώσεις, που ήταν γραμμένες στα αγγλικά. Προβολές γαλλικών ταινιών, τοπικοί χοροί και άλλες εκδηλώσεις, λάμβαναν χώρα σε αυτό το κτήριο, το οποίο χτίστηκε το 1990 από Κινέζους. Περιπλανήθηκα λίγο ακόμη στα στενά της Vientiane που, αν και αποτελεί κέντρο πολιτισμού, εμπορίου και όλων των δημόσιων υπηρεσιών του Λάος, δεν είχε ούτε κίνηση στους δρόμους, ούτε οχλαγωγία και φυσικά για καυσαέριο… ούτε λόγος να γίνεται! Επιβιβάστηκα σε ένα tuktuk -μηχανοκίνητο τρίκυκλο αμαξίδιο. Κανόνισα με τον οδηγό το κόμιστρο από πριν και έτσι το νοίκιασα για μερικές ώρες έναντι μερικών kip. Αν και η πόλη ήταν μικρή προτίμησα αυτό τον τρόπο, έτσι ώστε να κατορθώσω να δω γρήγορα όλα όσα είχα προγραμματίσει.

H «ΑΨΙΔΑ ΤΟΥ ΘΡΙΑΜΒΟΥ» TO ΣΥΜΒΟΛΟ KAI ΤΟ SISAKET
Με αυτό το θορυβώδες αμαξίδιο κατευθύνθηκα για τα επόμενα 7 λεπτά νοτιοανατολικά προς το επιβλητικό μνημείο Patuxay, στο τέλος της λεωφόρου Lane Xang. Θύμιζε έντονα τη γαλλική «Αψίδα του Θριάμβου» και στην καμάρα του είχε μια ανάγλυφη επιγραφή στην τοπική γλώσσα. Ανεγέρθη γύρω στο 1965 από ντόπιους που ήθελαν να τιμήσουν όσους πολέμησαν για την ανεξαρτησία της χώρας από τους Γάλλους. Το Λάος υπήρξε γαλλικό προτεκτοράτο από το 1893 έως το 1954, οπότε -με τη βοήθεια των Αμερικανών- αυτονομήθηκε πλήρως. Αφήνοντας το Patuxay με τους ψηλούς φοίνικες και την όμορφη τεχνητή λίμνη, κατευθύνθηκα 1 χλμ. ανατολικότερα προς τον βουδιστικό ναό και σύμβολο του Λάος, Luang. Μπαίνοντας, πλάι στην είσοδο, μια ευγενική κυρία μού ζήτησε 10 kips ως αντίτιμο. Ομολογώ πως το εσωτερικό του δεν έδειχνε κάτι παραπάνω από αυτό που φαινόταν από μακριά, δηλαδή ένα επιβλητικό και μεγαλοπρεπές οικοδόμημα πυραμιδοειδούς σχήματος, ύψους 45 μέτρων. Η επιχρυσωμένη στέγη ζύγιζε περίπου 453 κιλά, ενώ κάθε επίπεδό του, κρυπτογραφούσε ένα διαφορετικό βουδιστικό δόγμα. Τριγύρω μικρότερες «πυραμίδες», όμοιου μεγέθους, περιστοίχιζαν το ναό, που χρονολογείται από τον 16ο αιώνα. Αργότερα επέστρεψα στο κέντρο της πόλης για να επισκεφθώ το χτισμένο το 1828 μνημείο Sisaket, στην οδό Setthathirat, λίγο πριν τη γαλλική πρεσβεία. Οι τοίχοι, γεμάτοι κρύπτες και ράφια, φιλοξενούσαν 6.840 εικόνες του Βούδα πλάι σε πληθώρα βουδιστικών επιγραφών. Φυσικά τα 300 αγαλματίδια -φτιαγμένα κυρίως από ασήμι- που ήταν διάσπαρτα στο χώρο δεν μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητα.

ΝΤΟΠΙΕΣ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ
Στο Λάος δεν γίνεται να μην εντρυφήσεις στις τοπικές γευστικές απολαύσεις. Καθώς, λοιπόν, το στομάχι μου είχε αρχίσει τις διαμαρτυρίες, ένα χορταστικό γεύμα συνοδεία μιας παγωμένης μπύρας ήταν αναγκαίο. Κατέβηκα από το tuktuk στην οδό Nokeo Kumman. Από τα πρώτα κιόλας βήματα διέκρινα το έντονο γαλλικό στοιχείο. Η μυρωδιά του καφέ φίλτρου από την καφετέρια Croissant d’ Οr με παρέσυρε στην αμαρτία. Μια γλυκιά κρέπα ήταν ό,τι καλύτερο. Στην άκρη του δρόμου πωλούνταν πατέ σολομού! Μπήκα αμέσως στον πειρασμό και δικαιώθηκα! Μια μικρή απόλαυση στο πόδι, αλλά και στο 1/10 της ευρωπαϊκής τιμής. Περπάτησα 5 λεπτά και βρέθηκα στη συμβολή των οδών Pang Kham και Setthathirat, όπου συνάντησα το εστιατόριο Κhop Chai Deu. Κάθισα σε ένα τραπέζι και ζήτησα το μενού. Ξεκίνησα με σαλάτα που περιλάμβανε παπάγια, σκόρδο, chili και ζωμό ψαριού (tam mak houng) συνοδευμένη από γαλλική μπαγκέτα. Συνέχισα με το δημοφιλέστατο som moο -ψημένο χοιρινό λουκάνικο από πέτσα γουρουνιού τυλιγμένο σε λεπτά πιτάκια ρυζιού- μαζί με noodles και πολλά λαχανικά, κάτι σαν ελληνικό σουβλάκι σε ασιατική version και φυσικά, ήπια, εύγεστη, ξανθιά μπύρα τοπικής παραγωγής. Χορτασμένος και με το παραπάνω, γύρισα στο ξενοδοχείο για ξεκούραση. Το πρωί με περίμενε ένα ταξίδι προς την Luang Prabang.

LUANG PRABANG
Ευτυχώς είχα κλείσει από νωρίς τα εισιτήρια για τη Luang Prabang, καθώς τα γκρουπ από όλο τον κόσμο κατέφθαναν ημερησίως κατά δεκάδες, ενώ οι πτήσεις ήταν ελάχιστες και όλες πρωινές ώρες. Αν και απέχει 390 χλμ. από τη Vientiane, δεδομένου του κακού οδικού δικτύου, το αυτοκίνητο και το λεωφορείο δεν ενδείκνυνται ως μέσα μεταφοράς. Με έντονη χλωρίδα, στις όχθες του ποταμού Mekong, η Luang Prabang αποτελεί το κέντρο του μοναχικού, βουδιστικού βίου. Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί έγραφαν πως επρόκειτο για την αρχαιότερη πόλη του Λάος με 2.500 χρόνια ζωής και γι’ αυτό το λόγο ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNΕSCO. Έχει 365.000 κατοίκους και ορθώνεται σε υψόμετρο 700 μέτρων. Διαπίστωσα ιδίοις όμμασι πως περικλείεται από βουνά και ζούγκλες, καταφύγια σπάνιων ειδών ζώων. Αυτό, όμως, που μου έκανε αμέσως εντύπωση ήταν οι βουδιστικοί ναοί -32 στον αριθμό- που διακρίνονται σε όλη την έκτασή της.

ΣΤΙΣ ΟΧΘΕΣ ΤΟΥ ΜΕΚΟΝG
«Sabadee! (Καλησπέρα!)» μου είπε ένα μικρό παιδί που στάθηκε πλάι μου την ώρα που φωτογράφιζα τα ξύλινα σπίτια, ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής στην κεντρική οδό Souvanbanlang, στη Luang Prabang. «Sabadee», του αντιγύρισα και συνέχισα να περπατώ στους κατάμεστους από ποδήλατα δρόμους, νιώθοντας απερίγραπτη γαλήνη. Η εικόνα των μοναχών-σπουδαστών που πήγαιναν ο ένας πίσω από τον άλλο, ήταν πολύ συνηθισμένη και ιδιαίτερα νωρίς το πρωί, όταν και κατευθύνονταν προς τους ναούς για την πρώτη προσευχή. Περπάτησα κατά μήκος του ποταμού Mekong. Από τις όχθες του, αφού πρώτα κάθισα σε ένα από τα γραφικά ταβερνάκια για να φάω foe (σούπα από noodles) και σε ένα κουλτουριάρικο cafe για να πιω γάλα από φρέσκια καρύδα, ξεκίνησα το «σαφάρι» μου στα αξιοθέατα της πόλης.

O ΝΑΟΣ XIETHONG ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Πεζός έφτασα στο βορειοανατολικό τμήμα της πόλης, στην οδό Souvannakhampong. Εκεί, ένα από τα πιο όμορφα μοναστήρια, χτισμένο το 1560, το Xiethong, αναδείκνυε την τοπική αρχιτεκτονική. Στο εσωτερικό του ναού ξεχώριζαν τα περίφημα μωσαϊκά και οι πολύχρωμοι καθρέφτες πλάι στο σμιλεμένο ξύλο, με δραστηριότητες από την καθημερινή ζωή των Λαοτινών. Εν συνεχεία κατευθύνθηκα 200 μ. δυτικά. Η ζέστη είχε αρχίσει να με καταβάλει και από έναν υπαίθριο πάγκο πήρα μια πορτοκαλάδα σε σακούλι με πάγο και άρχισα να τη ρουφώ με το καλαμάκι. Φτάνοντας στο σημείο όπου έστεκε από το 1906 το κτήριο του εθνικού μουσείου της Luang Prabang, θαύμασα την αίθουσα του θρόνου, που ήταν διακοσμημένη με μωσαϊκό στο οποίο καθρεφτιζόταν όλος ο περίγυρος, αλλά και τις πολύ εντυπωσιακές γυάλινες προθήκες, που φιλοξενούσαν μικρούς κρυστάλλινους Βούδες.

ΟΙ ΒΟΥΔΕΣ ΤΟΥ PAK OU
Η μέρα του γυρισμού μου στην πατρίδα κοντοζύγωνε. Όμως, ήξερα πως αυτές που μου απέμεναν ήταν υπεραρκετές για να προλάβω να δω μερικές από τις εικόνες των τελευταίων σελίδων του ταξιδιωτικού μου οδηγού. Μέσω του ποταμού Mekong, 25 χλμ. νότια της πόλης, επισκέφθηκα τις σπηλιές του Pak Ou, ένα ιερό μέρος για τους Λαοτινούς. Έφτασα εκεί με ένα ταχύπλοο σε σχήμα κανό και αντίκρισα έκθαμβος τους 7.000 περίπου μικρούς Βούδες. Για περισσότερα από 5.000 χρόνια οι κάτοικοι του Luang Prabang τα φέρνουν σε εκείνο το μέρος του Βούδα με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχει εκεί ένας ολόκληρος λαός από τέτοια. «Στην απέναντι όχθη υπάρχουν χωριά με ψαράδες και αγγειοπλάστες», μας πληροφόρησε ο βαρκάρης. Ο ήλιος, όμως, είχε αρχίσει να κρύβεται και η επιστροφή στo κέντρο της Luang Prabang ήταν επιβεβλημένη, πριν βρεθούμε εν μέσω του ποταμού Mekong με το πυροφάνι!

ΟΙ ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΕΣ ΤΟΥ KUANG SI
Με το ίδιο κανό κατευθύνθηκα 29 χλμ. βόρεια του Mekong για να απαθανατίσω, φεύγοντας, με τη φωτογραφική μου μηχανή την ομορφότερη εικόνα. Οι καταρράκτες του Kuang Si είναι ένα ελκυστικό και ήσυχο μέρος. Η φυσική ομορφιά είναι αξεπέραστη. Κολύμπησα για λίγο στις τεχνητές πισίνες που είχαν σχηματιστεί, ενώ κοιτούσα από ψηλά τη θέα της Luang Prabang. Είχε αρχίσει το ψιλόβροχο, όμως πραγματικά δεν με πείραζε τόσο όσο το γεγονός πως σε λίγες ώρες θα έφευγα από το Λάος. Ένιωθα πως η άφιξή μου στην Ελλάδα θα σηματοδοτούσε την επάνοδό μου στα εγκόσμια. Αυτό, άλλωστε, δεν συμβαίνει όταν επιστρέφεις από έναν επίγειο παράδεισο;

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ