Ο «Χρυσός Ελληνας της διαφήμισης» παρά το γεγονός ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπρονξ, είναι παιδί της Ελλάδας. Δεν λησμονεί ποτέ το ταξίδι του πατέρα του, στα 13 και με δύο δολάρια στην τσέπη, από τη Ναύπακτο στην Αμερική. Ο Τζορτζ θα είχε την ευκαιρία να διαπρέψει.

Τα εξώφυλλα που δημιούργησε για το Esquire τη δεκαετία 1962-1972 έγιναν έκθεση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, ενώ οι πρωτοποριακές καμπάνιες του συνεχίζουν να αποτελούν σημείο αναφοράς.

 

Πότε ήταν η τελευταία φορά που επισκεφτήκατε τον τόπο καταγωγής σας;

Οι γονείς μου κατάγονταν από την ορεινή Ναυπακτία, η μητέρα μου, η Βασιλική, από την Περίστα και ο πατέρας μου, ο Χαράλαμπος, από την Καστανιά, εκεί όπου οι πρόγονοί του εγκαταστάθηκαν στα μέσα του 15ου αιώνα για να γλιτώσουν από τους Τούρκους. Στο βιβλίο μου «George, be careful», το τελευταίο κεφάλαιο είναι ουσιαστικά μία ωδή στην πρώτη μου επίσκεψη σε αυτόν τον τόπο, πίσω στο 1965 – μία από τις αξέχαστες εμπειρίες της ζωής μου.

Θυμάμαι ότι τα βράδια κοιμόμουν στο ίδιο μικρό στρώμα πάνω στο οποίο κοιμόταν ο πατέρας μου ως παιδί. Από το 1975, οπότε και έχασα τη μητέρα μου, δεν αντέχω να επιστρέψω. Θα πω όμως αυτό: Ποτέ δεν θεώρησα τον εαυτό μου Αμερικανό. Είμαι Greek-American και κατ’ αυτόν τον τρόπο απαιτώ να αναφέρονται στο πρόσωπό μου όλα τα μέσα ενημέρωσης εδώ στην Αμερική.

Ο Τζορτζ Λόις στα νιάτα του. Η ομοιότητά του με τον Don Draper δεν κρύβεται.

Είχατε δηλώσει παλιότερα ότι αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τις οπτικές τέχνες γιατί ήσασταν βέβαιος ότι θα μπορούσατε για πάντα να δημιουργείτε κάτι μοναδικό, ξεπερνώντας όλους τους περιορισμούς. Υπήρξε κάποια στιγμή στην καριέρα σας που να νιώσατε σε δημιουργικό αδιέξοδο;

Ειλικρινά, μέχρι σήμερα δεν έχω ούτε καν πλησιάσει σε αυτό που λένε «δημιουργικό αδιέξοδο». Ούτε έχω αποτύχει ποτέ, υπό την έννοια ότι ακόμη και οι εμπορικά «αποτυχημένες» δουλειές μου υπήρξαν πρωτοποριακές ιδέες. Μία αποτυχία υποτίθεται ότι πρέπει να σε ταρακουνήσει, να σε κάνει πιο ταπεινό, να σε «επιβραδύνει» λίγο. Για μένα όμως κάτι τέτοιο δεν έχει καμία σχέση με το να είσαι ατρόμητος δημιουργικός στοχαστής. Επιμένω ότι δεν μπορείς να μάθεις τίποτα ουσιαστικό από ένα λάθος. Αν θα έδινα μία συμβουλή σε νέους δημιουργικούς ανθρώπους, αυτή θα ήταν να μη σκέφτονται σοβαρά τις όποιες αποτυχίες τους, να τις ξεπερνάνε γρήγορα και να συνεχίσουν να συλλαμβάνουν τις πιο φαινομενικά τρελές ιδέες.

Ο Πέτρος Κωστόπουλος ανοίγει μαγαζί στην Αθήνα και μας το δείχνει!

Αφού αποφασίσατε ότι θέλετε να γίνετε visual artist, τι σας οδήγησε στον τομέα της διαφήμισης;

Δεν είναι εύκολο να εξηγήσω την πολυπλοκότητα των σκέψεων που με ενέπνευσαν στο να αφιερώσω τη ζωή μου στη δημιουργία ιδεών που σκοπό τους έχουν να «πουλήσουν» κάτι. Από τότε που ήμουν πιτσιρικάς στο δημοτικό, ζούσα για να ζωγραφίζω, να σχεδιάζω, να παρουσιάζω. Ήξερα ότι θα γίνω καλλιτέχνης. Δεν ήξερα βέβαια τι είδους καλλιτέχνης. Όταν πήγα σε ένα ειδικό σχολείο (High School of Music & Art), έμαθα να ζωγραφίζω καλύτερα και έγινα ο καλύτερος μαθητής. Γρήγορα άρχισαν να με συναρπάζουν τα έργα τέχνης που έπειθαν τον κόσμο για κάτι. Κυρίως γιατί απαιτούσε μία άμεση και πολύ απτή αλληλεπίδραση μεταξύ καλλιτέχνη και θεατή.

Λένε ότι κάθε σπουδαίος καλλιτέχνης έχει έναν σπουδαίο μέντορα. Ποιος υπήρξε ο δικός σας;

Μεγαλώνοντας σε μία φτωχή ελληνική οικογένεια στο Μπρονξ, όλοι περίμεναν ότι ο γιος του Χαράλαμπου και της Βασιλικής Λόις θα τελείωνε το γυμνάσιο και θα αναλάμβανε το ανθοπωλείο του πατέρα του. Οι ζωγραφιές μου όμως, όταν ήμουν επτά ετών, τράβηξαν την προσοχή της δασκάλας μου των καλλιτεχνικών, της αγαπημένης μου κυρίας Ida Engle, που στο τέλος της σχολικής χρονιάς μου έδωσε ένα δερματόδετο ντοσιέ με ό,τι είχα σχεδιάσει τους προηγούμενους μήνες και έπεισε τους γονείς μου να με αφήσουν να δώσω εξετάσεις για το High School of Music & Art, στις οποίες και αρίστευσα. Αν δεν ήταν αυτή -ποιος ξέρει;- μπορεί και να είχα γίνει ανθοπώλης.

Σήμερα θεωρείστε ο άνθρωπος που ξεκίνησε την επανάσταση της διαφήμισης πίσω στα ’60s. Εκείνη την εποχή καταλαβαίνατε ότι αυτό που κάνετε θα αφήσει εποχή;

Όταν το 1960 παραιτήθηκα από την εταιρεία Doyle Dane Bernbach, που μέχρι τότε θεωρούταν η μόνη σοβαρή διαφημιστική εταιρεία, για να συνιδρύσω την Papert Koenig Lois, ήξερα ότι μία νέα εποχή ξεκινάει. Η εταιρεία μου ήταν η πρώτη που συμπεριελάμβανε έναν art director στη μαρκίζα, κι αυτό από μόνο του έλεγε πολλά. Η επιτυχία μας ήταν τόσο γρήγορη και τόσο μεγάλη, που μέσα σε πέντε-έξι χρόνια στις ΗΠΑ δημιουργήθηκαν μισή ντουζίνα νέες τέτοιες φίρμες. Η Δημιουργική Επανάσταση της Διαφήμισης (Advertising Creative Revolution) ήταν σε πλήρη εξέλιξη.

Ο τίτλος του πρώτου σας βιβλίου ήταν «George, be careful». Κι όμως εσείς από την αρχή πήγατε ενάντια στους κανόνες.

Μία από τις πιο έντονες μνήμες που έχω από την παιδική μου ηλικία είναι τη μητέρα μου να μου λέει συνέχεια «Τζορτζ, να προσέχεις», σαν μάντρα. Στη δημιουργική διαδικασία όμως, με το να είσαι προσεκτικός θα παραμείνεις για πάντα μέτριος. Καλύτερα ριξοκίνδυνος παρά προσεκτικός. Καλύτερα τολμηρός παρά ασφαλής. Δεν υπάρχει μέση λύση.

Είστε ο εμπνευστής της Μεγάλης Ιδέας (σ.σ.: Big Idea). Πώς θα την εξηγούσατε σε κάποιον που δεν έχει την παραμικρή σχέση με την οπτική επικοινωνία;

Η Μεγάλη Ιδέα στη διαφήμιση έχει να κάνει με το να μπολιάζεις με μοναδικό τρόπο τις αρετές ενός προϊόντος στο μυαλό και στην καρδιά του κοινού. Για να μεγαλουργήσεις στην επικοινωνία, οι λέξεις και οι εικόνες που θα δημιουργήσεις πρέπει να τραβάνε πάνω τους τα βλέμματα του κόσμου, να διεισδύουν στο μυαλό τους, να ζεσταίνουν τις καρδιές τους και να τους παρακινούν να σηκωθούν από τον καναπέ τους. Στα βιβλία μου περιλαμβάνονται εκατοντάδες παραδείγματα από διάφορες διαφημιστικές καμπάνιες που εξηγούν αναλυτικά πως γίνεται όλο αυτό. Δεν είναι τόσο απλό…

Ακολουθείτε κάποια συγκεκριμένη δημιουργική διαδικασία από τη στιγμή που αναλαμβάνετε μία νέα δουλειά μέχρι να την ολοκληρώσετε;

Μπορεί να σας φανεί περίεργο, αλλά όχι, δεν ακολουθώ κάποια συνταγή επιτυχίας. Η δημιουργικότητα για μένα είναι μία διαρκής αναζήτηση στα πάντα γύρω μου μέχρι να ανακαλύψω αυτό που ψάχνω. Ο Μικελάντζελο είχε πει ότι ένα γλυπτό είναι αιχμαλωτισμένο σε ένα μεγάλο κομμάτι μάρμαρο μέχρι ένας σπουδαίος γλύπτης να μπορέσει να το απελευθερώσει. Συμφωνώ απόλυτα.

Έχει περάσει μισός αιώνας από τότε που ο Macluhan διακήρυξε ότι «το μέσο είναι το μήνυμα». Πιστεύετε ότι αυτό ισχύει ακόμη;

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε μία τάση για πειραματισμό σε όλες τις εκφάνσεις του design και, πράγματι, όλοι οι δημιουργοί της προκοπής αποφάσισαν να αγνοήσουν τους περιορισμούς του όποιου μέσου χρησιμοποιούσαν για να στείλουν το όποιο δημιουργικό τους μήνυμα. Αυτό που είπε ο Macluhan είναι ένα πολύ ωραίο τσιτάτο.

Μία από τις πιο γνωστές δουλειές σας είναι και η καμπάνια «I want my MTV»…

Είμαι περήφανος για αυτή. Αλλά μισώ το MTV έτσι όπως έχει καταντήσει σήμερα. Πίσω στα 80s ήταν το βήμα για την ανάπτυξη μίας νέας μορφής τέχνης, των μουσικών βίντεο. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια όμως έχει εξελιχθεί σχεδόν αποκλειστικά σε reality τηλεόραση, που είναι και η πιο ευτελής και κακοήθης έκφανση της ποπ κουλτούρας.

Tripment: Ο Έλληνας vlogger,o Μάνος Λιανόπουλος μας προτείνει να το δοκιμάσουμε! Τι είναι;

πηγή:andro.gr

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ